ΕΓΧΩΡΙΕΣ ΡΑΤΣΕΣ ΒΟΔΙΩΝ-ΑΓΕΛΑΔΩΝ
Τα βόδια της Ελλάδος όπως και όλης της Βαλκανικής Χερσονήσου έχουν ως προέλευση την Ασιατική λεγόμενη ράτσα. Η ράτσα αυτή είναι γνωστή και με τα ονόματα ράτσα των στεπών ή φαιά ράτσα. Το πρώτον από τα δυο αυτά ονόματα δίδεται διότι ως κέντρο διαδόσεώς των, θεωρούνται οι στέπες της Ρωσίας και το δεύτερον λόγο του χρώματός των, το οποίο είναι σταχτί φαιό. Εκείνο όμως που χαρακτηρίζει τα εγχώρια μας βόδια είναι η πολυμορφία τους. Αυτό οφείλεται αφενός μεν στις διαφορές του κλίματος και των συνθηκών διατροφής και συντηρήσεως αφ’ ετέρου δε στην διασταύρωση αυτών με διάφορες ξένες ράτσες, αλλά επίσης οφείλεται στη παντελή έλλειψη στη χώρα μας εκ μέρους Κράτους και κτηνοτροφών ορισμένου και συστηματικού προγράμματος αναπαραγωγής και βελτιώσεως αυτών. Ξεχωρίζονται κυρίως οι παρακάτω τοπικές παραλλαγές.
Βόδια Θράκης
Τα βόδια της Θράκης έχουν ανάστημα από 1 μέτρο μέχρι 1,35. Το χρώμα των είναι φαιό με το εμπρόσθιο μέρος του σώματος ως επί το πλείστον πιο σκούρο και με τις άκρας των ποδιών και των κεράτων καθώς και τις φυσικές τρύπες χρώματος μαύρου. Το βάρος των βοδιών αυτών εις τις αγελάδες κυμαίνεται από 100 μέχρι 250 οκάδες, εις τούς ταύρους φθάνει μέχρι τις τετρακόσιες οκάδες. Υπάρχουν όμως και βόδια παχιά, τα οποία έχουν δώσει κρέας καθαρό μέχρι 300 οκάδες, επομένως το βάρος των έχει φτάσει εις τις 550 οκάδες. Πάντως όμως αυτά είναι σπάνια.
Τα βόδια της Θράκης έχουν κεφάλι σχετικώς μεγάλο, μέτωπο ίσιο, κέρατα μετρίου μήκους διευθυόμενα πρώτα προς τα έξω και έπειτα προς τα επάνω με τις άκρες των γυρισμένες προς τα πίσω η προς τα έξω. Ο λαιμός τους είναι μάλλον μακρύς και όχι αρκετά κρεατωμένος, το στήθος φαρδύ, η ράχη όχι πάντοτε ευθεία και το εμπρόσθιο μέρος σχετικώς πιο ανεπτυγμένο από το οπίσθιο. Ο σκελετός στα βόδια της Θράκης είναι σχετικώς χονδρός, η αναλογία της περιφερείας πήχεως προς την περιφέρεια του στήθους είναι από 1/8.5 μέχρι 1/9.
Τα βόδια της Θράκης αναπτύσσονται βραδέως, δεν παχαίνουν εύκολα, και οι αγελάδες δεν δίδουν αρκετό γάλα. Η ετήσια παραγωγή σε γάλα της Θρακικής αγελάδας κυμαίνεται από 300 μέχρι 700 οκάδες. Υπάρχουν όμως και αγελάδες, οι οποίες ευθύς μετά την γέννα δίδουν 7 και 8 οκάδες γάλα την ημέρα και έως 1000 οκάδες καθ’ όλη την περίοδο της γαλακτοπαραγωγής (ετησίως), πάντως όμως τέτοιες αγελάδες σπανίζουν. Το γάλα αυτό είναι αρκετά παχύ με 4 έως 4 1/2 % βούτυρο. Έχουν όμως και πλεονεκτήματα τα βόδια της Θράκης και τα πλεονεκτήματα αυτά είναι ή μεγάλη των αντοχή στις κακουχίες και τις αρρώστιες, η ολιγάρκειά τους και η καταλληλότητά τους για γεωργικές εργασίας. Τα βόδια της Θράκης είναι σχετικώς ομοιόμορφα διότι δεν χρησιμοποιήθηκαν, παρά πολύ σπανίως, ταύροι ξένης-προελεύσεως. Οι μόνοι ξενικοί ταύροι και αγελάδες που εισήχθησαν εις την Θράκη είναι βουλγαρικής προελεύσεως άλλα τα ζώα αυτά δεν διαφέρουν διόλου από τα Θρακικά.
Πάντως όμως η διαφορά κλίματος και εδάφους έχει επηρεάσει τον κατά τόπους τύπον των βοδιών της Θράκης, ούτως ώστε να μπορούμε να ξεχωρίσουμε δύο παραλλαγές : 1) την βουνίσια, η οποία βρίσκεται περισσότερο εις τον νομό Ροδόπης έχει ανάστημα μικρότερο και χρώμα σκουρότερο μέχρι μαύρου και 2) την καμπίσια, σ οποία είναι μεγαλύτερη εις ανάστημα και έχει χρώμα ανοικτότερο. Τα καλλίτερα βόδια της Θράκης βρίσκονται στη περιοχή Σουφλίου του νομού Έβρου, αυτό δε οφείλεται προ πάντων στην καλλίτερα περιποίηση και συστηματικότερα διατροφή τους. Για την καλυτέρευση των βοδιών αυτών πολλάκις εισήχθησαν από την Βουλγαρία ταύροι της Πλέβνας.
Προ μερικών επίσης ετών εισήχθησαν περί τούς είκοσι ταύροι της ιδίας προελεύσεως, δυστυχώς όμως επειδή δεν εφαρμόστηκε ακόμη και στον τόπο μας το σύστημα του ελέγχου των κοινοτικών ταύρων, υπάρχει κίνδυνος να χαλάσει η ομοιομορφία των βοδιών αυτών διότι η εκλογή των κοινοτικών ταύρων αφήνεται εις τα καπρίτσια των κατά τόπους παραγόντων. Άρχισαν δε χρησιμοποιούμενοι και ταύροι ξένοι, ως επί το πλείστον νόθοι και χωρίς καμία σημαντική αναπαραγωγική αξία.
Βόδια Μακεδονίας
Τα βόδια Μακεδονίας δεν διαφέρουν και πολύ από τα Θρακικά. Πάντως όμως η ομοιομορφία, η οποία φαίνεται σ τη Θράκη δεν βρίσκεται στη Μακεδονία όπου εισήχθηκαν χωρίς μεγάλο λογαριασμό ταύροι και αγελάδες διαφόρων προελεύσεων και ποιοτήτων. Ξεχωριστή σημασία έχουν τα εξής βόδια.
Βόδια Αικατερίνης, (Κατερινιώτικα)
Εκτρέφονται στον κάμπο της Βέροιας, στη Κατερίνη και απαντώνται και στη Θεσσαλία. Φέρουν κέρατα μακρά σχήματος στεφάνης και άχρόμιον υψηλό. Ο χρωματισμός τους είναι ανοικτός σταχτής, τα δε πλάγια του τραχήλου, του στήθους και της κοιλίας σκουρότερα. Είναι ζώο κατάλληλο για εργασία (καλοί Ελληνικοί άροτήρες). Το κρέας είναι μετρίας ποιότητας. Παράγει γάλα επαρκούν μόνον διά την διατροφή του μόσχου, είναι λιτοδίαιτο ζώο, διότι η ποιότητα της τροφής δεν το ενδιαφέρει πολύ, όσο η ποσότητα. Αντέχει στις ασθένειες. Τα Κατερινιώτικα βόδια είναι τα καλύτερα της Μακεδονίας.
Τα βόδια της Χαλκιδικής
Είναι κάπως μεγαλύτερα από τα προηγούμενα χωρίς όμως να έχουν και τον κανονικό σχηματισμό του σώματός τους.
Παρά τις εκβολές του Στρυμόνος διατρέφεται μία παραλλαγή «γελάδων μικρόσωμος με σχηματισμό γαλατερής αγελάδας και μαστούς καλοκαμωμένους. Το χρώμα των είναι επίσης φαιό, υπάρχουν όμως αγελάδες και με απόχρωση ξανθιά, με χρώμα ξανθόφαιο καθώς και αγελάδες χρώματος σχεδόν μαύρου. Οι αγελάδες αυτές έχουν κεφάλι λεπτό και πόδια μακρά και λεπτά.
Τα βόδια της λοιπής Ελλάδος έχουν επίσης ως προέλευση την ασιατική ράτσα, επειδή δμως έχουν διασταυρωθεί με διάφορες ξενικές ράτσες παρουσιάζουν από τόπο σε τόπο διαφορές ανάλογες. Γενικώς όμως είναι ζώα μικρότερα από τα βόδια της βορείου Ελλάδος. Μεταξύ αυτών ιδιαιτέρα σημασία έχουν και οι αγελάδες της Τήνου και οι αγελάδες της Κέρκυρας.
Αγελάδες Τήνου
Η αγελάδα της Τήνου προήλθε από τη διασταύρωση εγχωρίων αγελάδων με ταύρους ξενικής προελεύσεως ή και αντιθέτως από διασταύρωση ξένων αγελάδων με εγχωρίους ταύρους και διά της εξακολουθήσεως της αναπαραγωγής μεταξύ των ούτω παραχθέντων νόθων. Είναι δύσκολο να αποφανθεί κανείς ως προς την χρησιμοποιηθείσα ξενική ράτσα, φαίνεται ότι εις το νησί εισήχθησαν από διάφορα μέρη κατά διαφόρους περιόδους αγελάδες, οι οποίες χρησιμοποιήθηκαν διά την αναπαραγωγή χωρίς καμία κατεύθυνση και χωρίς να καθαρισθεί ορισμένος τύπος προς την επικράτηση του οποίου να τείνει η γενομένη αναπαραγωγή. Αποτέλεσμα της καταστάσεως αυτής, είναι ότι οι σημερινές αγελάδες της νήσου δεν είναι ομοιογενείς ως προς τον σχηματισμό και τον χρωματισμό. Γενικώς όμως είναι ζώα αντοχής χρησιμοποιούμενα και ως αροτήρες και για την παραγωγή γάλακτος. Το ανάστημά των κυμαίνεται μεταξύ 1,30 και 1,35, ο σκελετός των είναι μάλλον λεπτός με αναλογία περιφερείας πήχεως επί περιφερείας στήθους 1 επί 10. Το χρώμα της είναι διάφορο. Υπάρχουν ξανθές, φαιές, λευκοκίτρινες, καστανές, μελανόφαιες και σπανίως παρδαλές, πάντως όμως επικρατεί το σκούρο ξανθό. Έχει κεφαλή μάλλον μακρά, μέτωπο βαθουλό, κέρατα διευθυνόμενα σε σχήμα στεφάνης, λαιμό μακρύ, κοιλία μεγάλη καίτοι δέ δεν τρέφεται καλά δίδει σχετικώς πολύ γάλα.
Οι αγελάδες Τήνου συστηματικά διατρεφόμεναι δίδουν μέχρι 1500 οκάδες γάλα ετησίως. Στο νησί υπάρχει η συνήθεια να κρατούνται από τα αρσενικά μοσχάρια μόνο εκείνα που είναι απαραίτητα για την αναπαραγωγή, τα δε άλλα να σφάζονται αφού παχύνουν. Ως αρωτριόντα χρησιμοποιούνται μόνο οι αγελάδες. Υπάρχουν περί τις τρεις χιλιάδες αγελάδες στο νησί, η δε αξία μιας καλής αγελάδας δεν περνά τις 4.000 με 5.000 δραχμές. Δυστυχώς καμία πρόνοια δεν λαμβάνεται για την βελτίωση της αγελάδας αυτής, η οποία όπως φαίνεται είναι από τις πιο γαλατερές της Ελλάδος.
Αγελάδες Κέρκυρας
Και στη Κέρκυρα διά της διασταυρώσεως με αγελάδες ξενικής προελεύσεως παρήχθησαν αγελάδες γαλατεροί, των οποίων το γάλα χρησιμοποιείται για τη παραγωγή προ πάντων βουτύρου. Οι αγελάδες Κερκύρας χρησιμοποιούνται επίσης για τα οργώματα στα χωριά. Το χρώμα τους είναι καστανό μέχρι μαύρου, με το κάτω μέρος της κοιλίας και τους μαστούς πολλάκις άσπρους. Μεταξύ των εισαχθέντων ξενικών αγελάδων οι περισσότεροι φαίνεται να ήσαν της φαιής ελβετικής ράτσας.
Πηγή: Τα βόδια και οι αγελάδες μας-Γ. Ψάλτη-Εν Αθήναις 1931
Διαβάστε ακόμη:Δωρεάν βιβλία για κτηνοτοφία: πρόβατα αγελάδες γίδες
Πριν 30 χρόνια ο πατέρας μου αγόρασε ένα μικρό αριθμό από βραχυκέρατες αγελάδες στην Κρήτη. Τα ζώα ζούσαν μέχρι τότε στη χερσόνησο Ροδοπού (Σπαθί), στην δυτική μεριά του κόλπου Χανίων. Τα ζώα είχε φέρει σε σφαγείο ο ιδιοκτήτης τους και, αναγνωρίζοντας τη ράτσα τους, ο πατέρας μου τα αγόρασε. Τα κρατήσαμε μέχρι πριν 3-4 χρόνια, αστάβλιστα χειμώνα - καλοκαίρι, σε χωράφια στο Ακρωτήρι Χανίων. Ήρθαμε σε συνεννόηση με τον οργανισμό Αμάλθεια (που επιβεβαίωσαν την ράτσα τους).
ΑπάντησηΔιαγραφήΤελικά τα δωρίσαμε στη Μονή Αγίας Τριάδας όπου και (ελπίζω) παραμένουν μέχρι σήμερα.
Για τα βόδια, τα μουλάρια και τα λοιπά τετράποδα εκ των 300 του ιδρύματος, έχετε άποψη περί της ράτσας τους;;;;;;;;
ΑπάντησηΔιαγραφήΔάφνη,
ΑπάντησηΔιαγραφήαυτά που έγραψες για την 30ετή εμπειρία σου με τα συγκεκριμένα ζώα με ενδιαφέρουν ιδιαίτερα, γιατί σκέφτομαι να προμηθευτώ μερικά της φυλής αυτής. Αν σου είναι εύκολο επικοινώνησε να σε ρωτήσω κάποια στοιχεία...
Σε ευχαριστώ πολύ.